Ελληνικά
  • Αγγλικά
  • Ιταλικά
  • Ισπανικά

Αρχαίο Μολύκρειο

Γεωγραφική θέση
To αρχαίο Μολύκρειο βρίσκεται στο λόφο Ελληνικό, μεταξύ Βελβίνας και Αγ. Γεωργίου σε ύψος 509 μ. από την επιφάνεια της θάλασσας. Η θέση του είναιστρατηγική, κυρίως για ναυτικές επιχειρήσεις, καθώς βρίσκεται σε μικρή απόσταση από το Μολυκρικόν ή Αιτωλικόν Ρίον (σημ. Αντίρριο). Στον Θουκυδίδη το Μολύκρειο και η γειτονική Χαλκίδα αναφέρονται ως αποικίες των Κορινθίων. Ο ιστορικός συνδέει την ίδρυσή τους με τον Κύψελο και τους Κυψελίδες οι οποίοι φέρονται να είχαν στόχοόχι μόνο ν' ανταμείψουν τους αποστάτες της Κέρκυρας, αλλά κυρίως να ελέγχουν τις Αιτωλικές και Λοκρικές πειρατικές επιδρομές, που επηρέαζαν τους Κορίνθιους εμπόρους κατά τη διάρκεια του 7ου αι. π.Χ. Ιστορία Το Μολύκρειον κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού Πολέμου περιήλθε στους Αθηναίους, ενώ το 426 π.Χ. καταλαμβάνεται από τον Ευρύλοχο, στρατηγό των Λακεδαιμονίων, και οι Αιτωλοί καταφέρουν μεγάλο πλήγμα στους Αθηναίους, που βρίσκονταν στην Ναύπακτο. Το 338 π.Χ. μαζί με τη Ναύπακτο περνά στον έλεγχο των Αιτωλών στους οποίους παραμένει ως τον Συμμαχικό Πόλεμο κατά τον οποίο καταστρέφεται από τους Αχαιούς το 218 π.Χ.
Αρχαιολογικά κατάλοιπα και μαρτυρίες
Στην κορυφή του λόφου βρίσκεται η οχυρωμένη ακρόπολη με τείχος που έχει θεμελιωθεί ακολουθώντας τη φυσική διαμόρφωση του εδάφους. Είναι δομημένο κατά το ακανόνιστο ισοδομικό σύστημα δόμησης, με μεγάλες λιθοπλίνθους και σώζεται σε ύψος ενός ή δύο δόμων. Δεν έχουν εντοπισθεί πύργοι και η οχύρωση δεν είναι ισχυρή. Η είσοδος τοποθετείται στο βόρειο τμήμα του λόφου όπου η πρόσβαση είναι ομαλότερη. Η ταύτιση της πόλης ή της πολίχνης δεν έχει γίνει βάσει επιγραφικής μαρτυρίας, αλλά βασίζεται στην παρουσία του ναού του Ποσειδώνος. Ο Παυσανίας περιγράφει έναν μύθο που συνδέεται άμεσα με το ναό του Ελληνικού της Βελβίνας, σύμφωνα με τον οποίο οι υιοί του Γανύκτορος, Κτίμενος και Άντιφος, φονείς του Ησιόδου, κατέφυγαν στο ναό του Ποσειδώνος στο Μολύκρειον και επειδή μόλυναν το ναό βρήκαν και την τιμωρία τους. Ο ναός καταλαμβάνει το ΒΔ τμήμα της ακρόπολης με διεύθυνση ΒΔ-ΝΑ και διαστάσεων 14,37 μ. Χ 31,45 μ.. Το κρηπίδωμα αποτελείται από τρεις αναβαθμούς και η επιφάνεια των αναβαθμών στους κάθετους αρμούς φέρει στενή ταινία, όπως συνηθιζόταν στους ναούς δωρικού ρυθμού στον 4ο αι. π.Χ. Ο αριθμός των κιόνων είναι 13 Χ 6. Είναι συμμετρικός ως προς τις στενές πλευρές του και ο οπισθόδομος είναι ίσος με τον πρόναο. Ο ναός, ο οποίος ανήκει στον τύπο των περίπτερων ναών εν παραστάσει, χρονολογείται στο τέλος του 5ου αι. π.Χ. - αρχές 4ου αι. π.Χ. Η μη ανεύρεση αρχιτεκτονικών μελών, εκτός ελαχίστων, αλλά και άλλα στοιχεία έκαναν τον ανασκαφέα Αν. Ορλάνδο να υποθέσει ότι ο ναός δεν ολοκληρώθηκε εξαιτίας πιθανόν του μεγάλου μεγέθους του και της οικονομικής δυσχέρειας των Αιτωλών. Ο Heiner Knell από την άλλη πλευρά διατυπώνει την άποψη ότι ο ναός δεν ολοκληρώθηκε λόγω ατελειών στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό του μνημείου. Συγκρίνει το ναό της Αρτέμιδος της Καλυδώνας με το ναό του Μολυκρείου και τους αποδίδει στον ίδιο αρχιτέκτονα και στο ίδιο «εργαστήριο» που δημιουργεί μια εξελισσόμενη παράδοση που κορυφώνεται στο ναό του Διός στη Στράτο ( 4ος αι. π.Χ.). Νότια του ναού έχουν εντοπιστεί δύο άλλα κτήρια πιθανόν δημόσιου χαρακτήρα. Νότια και έξω από την ακρόπολη σώζεται μεγάλη στρογγυλή δεξαμενή, τεχνικό έργο που εξασφαλίζει την ύδρευση της πόλης, ίχνη της οποίας έχουν εντοπισθεί εκτός της οχύρωσης. Σήμερα συστηματικές ανασκαφικές στον αρχαιολογικό χώρο διεξάγονται από την Αρχαιολογική Σχολή του Αριστοτελείου Παν/μίου Θεσσαλονίκης.